κραξιά


κραξιά
Προφορά

Ετυμολογία
κραξιά κράζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κραξιά

✦ κρωγμός (πετεινού, κόρακα κτλ.): του κούκου η βραχνερή η κραξιά μας εκαλούσε (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.