κρανοφόρος


κρανοφόρος
Προφορά

Ετυμολογία
κρανοφόρος κράνος + φέρω

Ερμηνεία
επίθετο┘ κρανοφόρος -α, -ο

✦ που φορεί κράνος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.