κρανιοειδής


κρανιοειδής
Προφορά

Ετυμολογία
κρανιοειδής κρανίον + είδος

Ερμηνεία
επίθετο┘ κρανιοειδής -ής, -ές

✦ αυτός που μοιάζει με κρανίο, που έχει σχήμα κρανίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.