κραγιόν


κραγιόν
Προφορά

Ετυμολογία
κραγιόν └γαλλ┘ crayon

Ερμηνεία
κραγιόν

✦ χρωματιστό μολύβι
✦ καλλυντικό παρασκεύασμα για το βάψιμο των χειλιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.