κούρσα


κούρσα
Προφορά

Ετυμολογία
κούρσα └γαλλ┘ course

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κούρσα

✦ ιπποδρομία
✦ πληθ. κούρσες, αγώνες αλόγων με στοιχήματα και λαχεία, ιπποδρομίες
✦ (αθλητ.) αγώνας δρόμου
✦ διαδρομή με άμαξα ή αυτοκίνητο
✦ ιδιόκτητο πολυτελές αυτοκίνητο
✦ ανταγωνισμός: η κούρσα των εξοπλισμών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.