κουτσουλίζω


κουτσουλίζω
Προφορά

Ετυμολογία
κουτσουλίζω κουτσουλιά

Ερμηνεία
κουτσουλίζω

✦ κ. κουτσουλώ, -άς, -ά ρ. (για πουλιά) αποβάλλω περιττώματα, αφήνω κουτσουλιές

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.