κουστούμι


κουστούμι
Προφορά

Ετυμολογία
κουστούμι └ιταλ┘costume

Ερμηνεία
κουστούμι

✦ ανδρική ενδυμασία, σακάκι και παντελόνι ραμμένα από το ίδιο ύφασμα
✦ ενδυμασία που φορούν οι ηθοποιοί κατά την ερμηνεία ενός ρόλου
✦ ιδιαίτερη στολή που φορά κάποιος κατά τις απόκριες: για το πάρτι μεταμφιεσμένων θα νοικιάσουμε κουστούμια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.