κουρταλώ


κουρταλώ
Προφορά

Ετυμολογία
κουρταλώ μεσαιωνική ελληνική κορταλίζω

Ερμηνεία
ρήμα κουρταλώ -είς, -εί

✦ κροταλίζω, χτυπώ επανειλημμένα: δεν είν’ εύκολες οι θύρες όταν η χρεία τες κουρταλεί (Διον. Σολωμός)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.