κουρτίνα


κουρτίνα
Προφορά

Ετυμολογία
κουρτίνα μεσαιωνική ελληνική κουρτίνα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κουρτίνα

✦ ύφασμα που κρεμιέται από σταθερή βάση μπροστά σε παράθυρο ή πόρτα, παραπέτασμα: κι όλο να τρέμει η κουρτίνα κοντά στο φεγγίτη (Ρ. Φιλύρας)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.