κουντρίζω


κουντρίζω
Προφορά

Ετυμολογία
κουντρίζω κουντρώ

Ερμηνεία
ρήμα κουντρίζω

✦ προσκρούω με το κεφάλι σε σκληρό αντικείμενο: θα μπερδευτούν τα πόδια του, θα πέσει να κουντρίσει (Β. Ρώτας)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.