κοτόν


κοτόν
Προφορά

Ετυμολογία
κοτόν └γαλλ┘ coton

Ερμηνεία
κοτόν

✦ άκλ. ουσ. κ. επίθ. το βαμβάκι
✦ βαμβακερός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.