κοραλλένιος
Προφορά
Ετυμολογία
κοραλλένιος κοράλλι
Ερμηνεία
└επίθετο┘ κοραλλένιος -ια, -ιο
✦ φτιαγμένος από κοράλλια: σ’ εβένινο κρεβάτι στολισμένο με κοραλλένιους αετούς (Κ. Καβάφης)
✦ κόκκινος σαν κοράλλι: το αίμα μας… θα πορφυρώσει τον καρπό τον κοραλλένιο (Κ. Παλαμάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–