κοράλλι


κοράλλι
Προφορά

Ετυμολογία
κοράλλι μεταγενέστερη ελληνική κοράλλιον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κοράλλι

✦ ζωόφυτο της θάλασσας
✦ κόκκινο ασβεστολιθικό υλικό από το σκελετό του ζωόφυτου, χρησιμοποιούμενο στην κατασκευή κοσμημάτων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.