κοπτήρας


κοπτήρας
Προφορά

Ετυμολογία
κοπτήρας κοπτήρ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κοπτήρας

✦ όργανο από μέταλλο που χρησιμεύει στην κοπή
✦ ο χαρτοκόπτης
✦ καθένα από τα μπροστινά δόντια ανθρώπων και ζώων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.