κονσομέ


κονσομέ
Προφορά

Ετυμολογία
κονσομέ └γαλλ┘ consommé

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το κονσομέ

✦ συμπυκνωμένος ζωμός κρέατος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.