κομφετί
Προφορά
Ετυμολογία
κομφετί └ιταλ┘confetti, πληθ. του confetto
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το κομφετί
✦ μικρά στρογγυλά χαρτάκια διαφόρων χρωμάτων που, κατά τις απόκριες, χρησιμοποιούνται για τον χαρτοπόλεμο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–