κολοκυθένιος


κολοκυθένιος
Προφορά

Ετυμολογία
κολοκυθένιος κολοκύθι

Ερμηνεία
επίθετο┘ κολοκυθένιος -ια, -ιο

✦ ο αναφερόμενος στο κολοκύθι ή ο παρασκευασμένος από κολοκύθι
✦ ο χωρίς αξία, ασήμαντος: κολοκυθένια φιλοσοφία, μα που κι αυτός δεν την πίστευε καλύτερη (Άγγ. Τερζάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.