κολλαγόνο


κολλαγόνο
Προφορά

Ετυμολογία
κολλαγόνο └αγγλ┘collagen

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κολλαγόνο

✦ ινώδης πρωτεϊνική ουσία που αποτελεί το κύριο συστατικό των ινιδίων του συνδετικού ιστού και της οργανικής ουσίας των χόνδρων και των οστών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.