κολεόπτερα


κολεόπτερα
Προφορά

Ετυμολογία
κολεόπτερα └ουδ┘ του αρχαίου ελληνικού επιθ. κολεόπτερος

Ερμηνεία
κολεόπτερα

✦ ουσ. (ζωολ.) μεγάλη κατηγορία εντόμων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.