κοκορόπουλο


κοκορόπουλο
Προφορά

Ετυμολογία
κοκορόπουλο υποκοριστικό του ουσιαστικού κόκορας

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κοκορόπουλο

✦ κοκοράκι, πετεινάρι: η αλεπού στον ύπνο της κοκορόπουλα ονειρεύεται (παροιμία)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.