κνούτο


κνούτο
Προφορά

Ετυμολογία
κνούτο ρωσ. knut

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κνούτο

✦ μαστίγιο από δερμάτινες λουρίδες που καταλήγουν σε μεταλλικά σφαιρίδια (όργανο μαστιγώσεως στην τσαρική Ρωσία)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.