κλειδοπίνακο
Προφορά
Ετυμολογία
κλειδοπίνακο κλειδώνω + πινάκιο
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το κλειδοπίνακο
✦ είδος ξύλινου πινακίου που κλείνει καλά με ξύλινο κάλυμμα και χρησιμεύει για τη μεταφορά φαγητού εκτός οικίας: έφερε σ’ ένα κλειδοπίνακο μερτικό από το δείπνο τους (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–