κλειδομανταλώνω
Προφορά
Ετυμολογία
κλειδομανταλώνω κλειδώνω + μανταλώνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ κλειδομανταλώνω
✦ κλειδώνω και μανταλώνω, κλείνω κάτι καλά ώστε να είναι ασφαλισμένο: την πόρτα, που τους βαστώ του κάστρου μου κλειδομανταλωμένη (Κ. Παλαμάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–