κλειδοκρατόρισσα


κλειδοκρατόρισσα
Προφορά

Ετυμολογία
κλειδοκρατόρισσα κλειδί + κρατώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κλειδοκρατόρισσα

✦ θηλ. κλειδοκρατόρισσα πρόσωπο που κρατάει κλειδιά, φύλακας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.