κλάρα


κλάρα
Προφορά

Ετυμολογία
κλάρα μεγεθυντ. του └ουσ┘ κλαρί

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κλάρα

✦ μεγάλο κλωνάρι: κόβω μια κλάρα λεμονιά με δυο λεμόνια δίφορα (δημ. τραγ.)
✦ (συνεκδ.) ύφασμα με σχέδια κλαδιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.