κιτρινισμός


κιτρινισμός
Προφορά

Ετυμολογία
κιτρινισμός κίτρινος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κιτρινισμός

✦ η στάση του τύπου κατά την οποία επιδιώκεται αύξηση της κυκλοφορίας των εφημερίδων με σκανδαλοθηρικά δημοσιεύματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.