κινητήρας


κινητήρας
Προφορά

Ετυμολογία
κινητήρας αρχαία ελληνική κινητήρ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κινητήρας

✦ καθετί που δίνει κίνηση
✦ (ειδ.) μηχάνημα που μπορεί να θέσει σε κίνηση άλλο μηχανισμό, το μοτέρ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.