κηραλοιφή


κηραλοιφή
Προφορά

Ετυμολογία
κηραλοιφή κηρός + αλοιφή

Ερμηνεία
κηραλοιφή

✦ φαρμακευτικό σκεύασμα για εξωτερική χρήση που αποτελείται από κερί και λάδι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.