κερδοφόρος


κερδοφόρος
Προφορά

Ετυμολογία
κερδοφόρος μεταγενέστερη ελληνική κερδοφόρος

Ερμηνεία
επίθετο┘ κερδοφόρος -α, -ο

✦ που αποφέρει κέρδος, επικερδής: κερδοφόρα επιχείρηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
κερδοφόρως

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.