κεκηρυγμένος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κεκηρυγμένοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κεκηρυγμένος.mp3Ετυμολογίακεκηρυγμένος μτχ. παθητ. πρκμ. του κηρύσσω Ερμηνεία κεκηρυγμένος ✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. (Κ -η, -ον) δηλωμένος, φανερός: κεκηρυγμένος εχθρός Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–