κβάντα


κβάντα
Προφορά

Ετυμολογία
κβάντα πληθ. της λ. κβάντον

Ερμηνεία
κβάντα

✦ άκλ. ουσ. (φυσ.) η στοιχειώδης ποσότητα εκπεμπόμενης ακτινοβολίας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.