κατοικίζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κατοικίζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κατοικίζω.mp3Ετυμολογίακατοικίζω αρχαία ελληνική κατοικίζω Ερμηνεία└ρήμα┘ κατοικίζω ✦ εγκαθιστώ, βάζω κάποιον να κατοικήσει κάπου ✦ ιδρύω κατοικίες σ’ έναν τόπο Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–