κατεψυγμένος


κατεψυγμένος
Προφορά

Ετυμολογία
κατεψυγμένος μτχ. παθ. πρκμ. του καταψύχομαι

Ερμηνεία
επίθετο┘ κατεψυγμένος -η, -ο

✦ βλ. καταψυγμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.