καταχνιά


καταχνιά
Προφορά

Ετυμολογία
καταχνιά μεσαιωνική ελληνική καταχνία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η καταχνιά

✦ ομίχλη: στην κοιλάδα, σταχτιά φαντάσματα έχουν βγει απ’ την καταχνιά (Κ. Στεργιόπουλος) – μέρες τώρα βαστούσε η καταχνιά, μια καταχνιά πηχτή, ασπρουδερή (Πετσάλης – Διομήδης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.