καταπρόσωπα
Προφορά
Ετυμολογία
καταπρόσωπα κατά + πρόσωπο
Ερμηνεία
καταπρόσωπα
✦ κ. καταπρόσωπα επίρρ. στο πρόσωπο: το τζάμι τον χτύπησε καταπρόσωπο – πιάνει το μωρό, το σηκώνει καταπρόσωπα στον ήλιο (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
κατάμουτρα, κατάφατσα
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–