καταποδιαστός
Προφορά
Ετυμολογία
καταποδιαστός καταπόδας
Ερμηνεία
└επίθετο┘ καταποδιαστός -ή, -ό
✦ που ακολουθεί κάποιον καταπόδας: πηγαίνουν κι έρχονται καταποδιαστοί (Γ. Βιζυηνός)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
καταποδιαστά, ο ένας πίσω από τον άλλο