καταμεσήμερο


καταμεσήμερο
Προφορά

Ετυμολογία
καταμεσήμερο κατά + μεσημέρι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καταμεσήμερο

✦ ακριβώς το μεσημέρι: καταμεσήμερο, κι ο ήλιος τους πύρωνε ανελέητα (Γ. Γεραλής)
✦ (κ. ως επίρρ.) καταμεσήμερα, πάνω στο μεσημέρι: ήρθε καταμεσήμερα κι έπρεπε να τον κρατήσουμε για φαΐ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.