καταμερισμός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply καταμερισμόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/καταμερισμός.mp3Ετυμολογίακαταμερισμός καταμερίζω Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο καταμερισμός ✦ διαίρεση, διανομή, μοιρασιά ✦ (ειδ.) η κατανομή έργου ή ευθύνης κατά ειδικότητες ή τομείς Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–