καταγεμίζω


καταγεμίζω
Προφορά

Ετυμολογία
καταγεμίζω μεταγενέστερη ελληνική κατα-γεμίζω

Ερμηνεία
ρήμα καταγεμίζω

✦ γεμίζω κάτι εντελώς: τα καταγέμισες τα ποτήρια
✦ (κ. αμτβ.) καταγέμισε η πλατεία από κόσμο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.