καταβάλλω


καταβάλλω
Προφορά

Ετυμολογία
καταβάλλω αρχαία ελληνική καταβάλλω

Ερμηνεία
ρήμα καταβάλλω

✦ νικώ
✦ εξασθενίζω
✦ εξαντλώ
✦ χρησιμοποιώ, διαθέτω δύναμη ή ενέργεια: καταβάλλονται πολλές προσπάθειες
✦ (οικον.) πληρώνω

Συνώνυμα

Αντίθετα
εισπράττω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.