κατάμαυρος
Προφορά
Ετυμολογία
κατάμαυρος μεσαιωνική ελληνική κατά-μαυρος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ κατάμαυρος -η, -ο
✦ ο εντελώς μαύρος: ωραία μαύρα κοκόρια, κατάμαυρα του κορακιού (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
ολόμαυρος
Αντίθετα
κατάλευκος, κάτασπρος
Επιρρήματα
–