καρωτιδικός


καρωτιδικός
Προφορά

Ετυμολογία
καρωτιδικός καρωτίς, -ίδος

Ερμηνεία
επίθετο┘ καρωτιδικός -ή, -ό

✦ ο της καρωτίδας, ο αναφερόμενος στην καρωτίδα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.