καρπερός


καρπερός
Προφορά

Ετυμολογία
καρπερός καρπός

Ερμηνεία
επίθετο┘ καρπερός -ή, -ό

✦ γόνιμος, που δίνει πολλούς καρπούς: καρπερό χωράφι
✦ πολυτόκος: πολύ καρπερή η μικρή· πάει για το τρίτο κουτσούβελο

Συνώνυμα

Αντίθετα
άκαρπος, άγονος ,στέρφος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.