καρνάγιο Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply καρνάγιοΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/καρνάγιο.mp3Ετυμολογίακαρνάγιο └ιταλ┘carenaggio Ερμηνείαουσιαστικό└ουδέτερο┘ το καρνάγιο ✦ χώρος στον οποίο ναυπηγούνται ή επισκευάζονται πλοία, ναυπηγείο Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–