καρα-


καρα-
Προφορά

Ετυμολογία
καρα- └τουρκ┘kara (= μαύρος)

Ερμηνεία
καρα-

✦ ως α΄ συνθετικό δίνει στο β΄ τη σημασία του μαύρου (καραμπογιά) ή επιτείνει την έννοια (καραπουτάνα)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.