καπνιστικός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply καπνιστικόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/καπνιστικός.mp3Ετυμολογίακαπνιστικός μεταγενέστερη ελληνική καπνιστικός Ερμηνεία└επίθετο┘ καπνιστικός -ή, -ό ✦ ο αναφερόμενος στον καπνιστή ή το κάπνισμα: καπνιστική συνήθεια Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–