καντάρι


καντάρι
Προφορά

Ετυμολογία
καντάρι └ιταλ┘cantaro ή └τουρκ┘kantar

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καντάρι

✦ μονάδα βάρους ίση με 44 οκάδες (περ. 57 κιλά), στατήρας
✦ είδος ζυγαριάς
✦ φρ. τον έφαγε στο καντάρι, τον εξαπάτησε – με το καντάρι, σε μεγάλη ποσότητα: έγραφε βιβλία με το καντάρι, σε δεν ξέρω πόσες γλώσσες (Γ. Θεοτοκάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.