κανί


κανί
Προφορά

Ετυμολογία
κανί καννίον, υποκοριστικό του κάννα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κανί

✦ η κνήμη
✦ (εύχρ. συνήθ. στον πληθ.) τα κανιά, οι αρίδες, τα πόδια: ανοίγει τα κανιά του και τρέχει τοίχο τοίχο (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.