καμόρα
Προφορά
Ετυμολογία
καμόρα └ιταλ┘camorra
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η καμόρα
✦ μυστική οργάνωση στη Νεάπολη της Ιταλίας, κατά το 19ο αι. με πολιτικούς αλλά και κακοποιούς σκοπούς
✦ (γεν.) συμμορία κακοποιών
✦ η μαφία (βλ. λ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–