καμπύλη


καμπύλη
Προφορά

Ετυμολογία
καμπύλη αρχαία ελληνική καμπύλη, └θηλ┘ του επιθέτου καμπύλος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η καμπύλη

✦ η γραμμή που μεταβάλλει διεύθυνση χωρίς να σχηματίζει γωνία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.